Κατά τη διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων αιώνων, ο τρόπος θέασης και ερμηνείας των φυσικών φαινομένων που θεμελίωσε τον σύγχρονο δυτικό πολιτισμό κυριαρχήθηκε από δύο διαμετρικά αντίθετες τάσεις, οι οποίες άλλοτε λειτουργούσαν σε σύγκρουση μέσα στον κοινωνικό ιστό και άλλοτε αλληλοϋποστηρικτικά, ανάλογα πάντα και με τις κοινωνικοοικονομικες και πολιτισμικές συνθήκες της εποχής. Οι αντιθετικές αυτές τάσεις εκπροσωπούνται από τα φιλοσοφικά ρεύματα του μηχανικισμού και του μυστικισμού.

Σύμφωνα με τον μηχανικισμό, η φύση, μέρος της οποίας είμαστε και εμείς, λειτουργεί σαν μία τέλεια μηχανή χωρίς παρεκκλίσεις, όπου η αβεβαιότητα και οι ρευστές καταστάσεις είναι ανεπιθύμητες και όλα τα φαινόμενα, μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια, διέπονται από μία απαράβατη νομοτέλεια. Παράγωγα αυτής της κοσμοθεωρίας είναι ο υλισμός, ο ατομισμός, ο χημισμός κλπ. Ο μυστικισμός, στον αντίποδα, πρεσβεύει την ιδέα μιας θεϊκής οντότητας, αφηρημένης, εξωκοσμικής, απρόσιτης στον άνθρωπο, εκτός των προσλαμβανουσών παραστάσεων, στην οποία αποδίδονται όλα τα φυσικά φαινόμενα. Παράγωγα αυτής της κοσμοθεωρίας είναι ο πνευματισμός, ο ιδεαλισμός οι υπερφυσικές θεωρίες κλπ.[1]

Βίλχελμ Ράιχ και Σίγκμουντ Φρόιντ.

Η ανάπτυξη, όμως, αυτής της συλλογιστικής τεχνικής που λέγεται οργονομικός λειτουργισμός, ξεκίνησε από κάποιες παρατηρήσεις ψυχιατρικής φύσης. Έτσι, η πρώτη διαπίστωση στην οποία στηρίχθηκε ο Ράιχ, ήταν ότι η ψυχική λειτουργικότητα δεν ανήκει στη σφαίρα του υπερφυσικού, μπορεί να διερευνηθεί, διότι εκδηλώνεται εντός των φυσικών ορίων, και υπόκειται στους φυσικούς νόμους της έμβιας λειτουργικότητας και της ενέργειας. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι ως το 1919 η ψυχανάλυση δεν είχε απωλέσει ολοκληρωτικά τον ενεργειακό της προσανατολισμό. Υπενθυμίζεται ότι ο Φρόιντ ήταν ο πρώτος ερευνητής που υπέθεσε την ύπαρξη «ψυχικής ενέργειας» ως ποσότητας «συναισθήματος». Στις αρχές του περασμένου αιώνα, ο αυστριακής καταγωγής ψυχίατρος Βίλχελμ Ράιχ, μαθητής του Σίγκμουντ Φρόιντ, ορμώμενος από τη μελέτη της ανθρώπινης συγκινησιακής ζωής και της έμβιας λειτουργικότητας εντός και εκτός εργαστηρίου, άρχισε να διαμορφώνει ένα νέο τρόπο θεώρησης και ερμηνείας των συγκινησιακών φαινομένων, τον οποίο αργότερα επέκτεινε και στα φαινόμενα του φυσικού κόσμου, και τον ονόμασε οργονομικό λειτουργισμό. Με κλινικές και πειραματικές μελέτες και με μία συνεπή και ορθολογική συσχέτιση των δεδομένων που προέκυπταν από αυτές, οδηγήθηκε σε συμπεράσματα τα οποία αποκάλυπταν αυτό το ερμηνευτικό δίπολο μηχανικισμού-μυστικισμού που είχε επικρατήσει ως τότε, εισάγοντας όμως παράλληλα και καινούργια γνώση.

Έχει τη σημασία του το γεγονός ότι η εποχή κατά την οποία ο Ράιχ συλλαμβάνει τις αρχικές του ιδέες, συμπίπτει με την επιστημονική επανάσταση στον χώρο της σύγχρονης φυσικής, όπως αυτή υλοποιείται από τον πατέρα της κβαντομηχανικής Μαξ Πλανκ και φυσικά τον Άλμπερτ Αϊνστάιν με την ειδική και γενική θεωρία της σχετικότητας και την περίφημη «εξίσωση Αϊνστάιν». Είχε προηγηθεί η ηλεκτρομαγνητική θεωρία του Μάξγουελ και οι ανακαλύψεις των Μπεκερέλ και Κιουρί και το φιλοσοφικό ρεύμα του διαλεκτικού υλισμού. Διαφαινόταν, λοιπόν, ότι βαθμιαία το απαρχαιωμένο πρότυπο της ντετερμινιστικής, υλιστικής, νευτώνειας κοσμοθεωρίας παραχωρούσε τη θέση του σε μία δυναμική, ενεργειακή θεώρηση των φυσικών διεργασιών, που όμως ακόμα παρέμενε στον πυρήνα της μηχανιστική.

Χρήστος Μερτζανάκης

[1] Το θεωρητικό υπόβαθρο στο οποίο ανάγονται αυτά τα δύο ρεύματα ήταν η αριστοτελική και η πλατωνική κοσμοθεωρία αντίστοιχα. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια πως οι θεωρίες του Αριστοτέλη και του Πλάτωνα ταυτίζονται πλήρως με τις δομές του μηχανικισμού και του μυστικισμού αντίστοιχα. Η ανά τους αιώνες θρησκευτική και κοσμική εξουσία τις διαστρέβλωσε, τις «ακαμπτοποίησε» και τις χρησιμοποίησε προς όφελός της, για να επιβληθεί.

Βιβλιογραφία
1) Περιοδικό Orgonomic Functionalism , volume 1/ Spring 1990, Wilhelm Reich Infant Trust
2) Βίλχελμ Ράιχ, (1973), Ο Αιθέρας, Ο Θεός και ο Διάβολος (3η έκδοση) (Ρούσσος Βρανάς μετάφρ.), Αθήνα, Αποσπερίτης, κεφ. 4.
3) Γλωσσάριο, λήμματα οργονομικός λειτουργισμός, μυστικισμός, μηχανικισμός.

Κοινοποίηση